Ο ΑΓΙΟΣ ΜΑΡΤΥΣ ΠΡΟΒΟΣ
- Λεπτομέρειες
- 03 Αυγούστου 2010
- Ιερά Μητρόπολις Πισιδίας
Κατήγετο ἀπό τή Σίδη. Ἔζησε κατά τούς χρόνους τοῦ αὐτοκράτορα Διοκλητιανοῦ, ὁ ὁποῖος βασίλευσε ἀπό τό 284 ἕως τό 305, καί ἦταν σκληρός διώκτης τῶν χριστιανῶν. Ἡ προσπάθειά του ἦταν νά ἐξοντώσει, ἄν μποροῦσε, ὅλους τούς χριστιανούς τῆς αὐτοκρατορίας του. Τό πνεῦμα αὐτό εἶχε μεταδώσει καί σέ ὅλους τούς ἀξιωματούχους του καί τούς διοικητές τῶν Ἐπαρχιῶν τῆς αὐτοκρατορίας. Ἐπέβαλε νά θεωροῦν τό πρόσωπό του ἱερό καί νά τοῦ ἀποδίδουν θεῖες τιμές, ὅσα δέ ἀνῆκαν σ᾿αὐτόν νά θεωροῦνται ἱερά. Καθώς ὡς ἕδρα του εἶχε ἐπιλέξει τή Νικομήδεια τῆς Μ. Ἀσίας, οἱ Ἐπαρχίες αὐτές τῆς αὐτοκρατορίας του ἐγνώρισαν τούς πιό σκληρούς καί συχνούς διωγμούς. Ἀμέτρητοι εἶναι οἱ Μάρτυρες τῆς πίστεως κατά τούς χρόνους τοῦ Διοκλητιανοῦ. Γι᾿αὐτό πολλοί χριστιανοί, γιά νά μποροῦν νά λατρεύουν τόν Κύριο ἐν εἰρήνῃ, ἀπέφευγαν νά ζοῦν στίς πόλεις καί ἔφευγαν σέ ἀπόμερα χωριά καί ἐρημικά μέρη.
Ἔτσι καί ὁ Πρόβος συνδέθηκε πνευματικά μέ δύο ἄλλους χριστιανούς, τόν Τάραχο καί τόν Ἀνδρόνικο, καί ζοῦσαν ἤρεμα σέ ἐρημικούς τόπους, ἔξω ἀπό τήν Ταρσό, ὅπου εἶχαν καταφύγει. Ὅταν ὅμως μάθαιναν γιά τά μαρτύρια πού ὑπέφεραν ἄλλοι χριστιανοί, προβληματίζονταν ἄν ἦταν σύμφωνο μέ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ αὐτό πού ἔκαναν ἐκεῖνοι. Μέ τίς σκέψεις αὐτές ἄρχισαν νά ἑτοιμάζονται ψυχικά, ἄν χρειασθεῖ, νά δεχθοῦν ὁτιδήποτε, γιά νά γίνουν συμμέτοχοι τῶν παθημάτων τοῦ Χριστοῦ.
Ἔτσι ζοῦσαν οἱ τρεῖς φίλοι, ὅταν τό ἔτος 296 διορίστηκε ἡγεμόνας στήν Ταρσό ὁ Μαξέντιος (ἤ Μάξιμος), ὁ ὁποῖος ἀπό τήν πρώτη μέρα ἔδειξε τό μῖσος του πρός τούς χριστιανούς. Ἔδωσε διαταγή, ὅσοι χριστιανοί ἀνακαλυφθοῦν στήν Ἐπαρχία του, νά συλληφθοῦν καί νά παρουσιαστοῦν ἐνώπιόν του. Φανατικοί εἰδωλολάτρες πρόδωσαν τούς τρεῖς χριστιανούς, πού συνελήφθησαν καί ὁδηγήθηκαν στόν δικαστή.
Ὁ Πρόβος, βλέποντας τίς διαθέσεις τοῦ δικαστῆ του, ὁμολόγησε ὅτι πιστεύει ὡς μοναδικόν Θεόν τόν Ἰησοῦν Χριστόν καί δέν πρόκειται, ὅ,τι καί ἄν ὑποστεῖ, νά ἀρνηθεῖ τήν πίστη του. Ἀφοῦ τόν ἔδειραν μέ τένοντες βοδιοῦ καί ἀπό τό σῶμα του ἔτρεχε ἄφθονο αἷμα, ὁ δικαστής τόν πίεζε νά λυπηθεῖ τόν ἑαυτόν του, ἀλλά ὁ Μάρτυς ἀπάντησε: «Τοῦτο τό αἷμα τό θεωρῶ πώς εἶναι μύρον ἤ ἔλαιον, μέ τό ὁποῖον πρός τούς ἀγῶνας ἀλείφομαι καί προθυμότερος γίνομαι». Τά βασανιστήρια συνεχίσθηκαν καί τίς ἑπόμενες μέρες. Πάνω στίς ἀνοιχτές πληγές οἱ βασανιστές ἔβαζαν ἁλάτι καί ξύδι. Πύρωσαν σίδερα πού ἔγιναν κόκκινα καί ξάπλωσαν ἐπάνω τόν Μάρτυρα. Ἔβαλαν ἀναμμένα κάρβουνα στό κεφάλι του. Τοῦ ἔκοψαν τή γλῶσσα πού ὁμολόγησε πίστη στόν Χριστό. Σέ παρόμοια μαρτύρια ὑποβλήθηκαν καί οἱ ἄλλοι δύο.
Μετά τήν τρίτη ἡμέρα τῶν βασανιστηρίων τους, τούς μετέφεραν στό ἀμφιθέατρο τῆς πόλης, γιά νά κατασπαραχθοῦν ἀπό τά θηρία. Τότε ἐπαναλήφθηκε τό θαῦμα τοῦ Προφήτη Δανιήλ μέ τά λιοντάρια. Ὅταν ἄφησαν μιά φοβερή ἀρκούδα νά σκοτώσει τούς Μάρτυρες, ἐκείνη πῆγε κοντά τους καί ἔγλυφε τά αἵματα τῶν πληγῶν τους, χωρίς καθόλου νά τούς πειράξει. Ἀλλά καί τό ἄγριο πεινασμένο λιοντάρι, ἐνῶ μπῆκε μέ ὁρμή στό ἀμφιθέατρο, μόλις πλησίασε τούς Μάρτυρες, ἔγινε ἀρνάκι καί γύρισε στό κλουβί του.
Ὁ ἡγεμόνας ντροπιασμένος ἀπό τά ὅσα συνέβαιναν μπροστά σέ πλῆθος κόσμου καί μή βρίσκοντας τί ἄλλο χειρότερο νά κάνει, ἔδωσε διαταγή νά θανατωθοῦν μέ ξίφος. Ἀμέσως οἱ Μάρτυρες ἀποκεφαλίσθηκαν καί ἀνῆλθαν στεφανηφόροι πρός τήν οὐράνια βασιλεία τοῦ Θεοῦ, νά ἀπολαύσουν πλούσια τήν ἀμοιβή τῶν ἀγώνων τους. Τή νύκτα κάποιοι θαρραλέοι χριστιανοί κατόρθωσαν νά πάρουν τά ἱερά λείψανα τῶν Μαρτύρων καί νά τά ἐνταφιάσουν σέ ἕνα σπήλαιο στό βουνό.
Ἡ μνήμη τοῦ Ἁγίου Μάρτυρος Πρόβου καί τῶν σύν αὐτῷ μαρτυρησάντων Ἁγίων Ταράχου καί Ἀνδρονίκου τιμᾶται ἀπό τήν Ἐκκλησία μας τή 12ην Ὀκτωβρίου.
ΑΓΙΟΥ ΜΑΡΤΥΡΟΣ ΠΡΟΒΟΥ
ΑΠΟΛΥΤΙΚΙΟΝ*
Ἦχος γ΄ Τήν ὡραιότητα.
Ἰσχύς τήν ἄμαχον περιζωσάμενος, κατεπάλεσας ἐχθρῶν τάς φάλαγγας καί ἐδόξασας Χριστόν, ἀθλήσεσι τοῖς ἀγῶσι, Πρόβε παναοίδιμε, ὁ προβάς πρός τά κρείτονα, Μάρτυς ἀξιάγαστε Ἐκκλησίας τό καύχημα, διό ὡς τῶν ἀρρήτων ἐπόπτα, ρῦσαι ἡμᾶς πάσης βλάβης.
ΚΟΝΤΑΚΙΟΝ*
Ἦχος δ΄ Ἐπεφάνης σήμερον.
Τῆς Τριάδος πρόμαχοι γεγενημένοι, οἱ γενναῖοι Μάρτυρες, Πρόβος καί Τάραχος ὁμοῦ, σύν Ἀνδρονίκῳ ἠρίστευσαν, κατά τῆς πλάνης στησάμενοι τρόπαια.
ΜΕΓΑΛΥΝΑΡΙΟΝ*
Τρίφωτος λυχνία μαρτυρική, Τάραχος καί Πρόβος, καί Ἀνδρόνικος οἱ στερροί, ὤφθησαν ἐν κόσμῳ, Τριάδος ὑπερθέου, τάς τηλαυγεῖς ἐλλάμψεις, ἀεί πυρσεύοντες.