ΓΙΑΤΙ ΧΑΝΟΥΝ ΤΗΝ ΠΙΣΤΗ ΤΟΥΣ
- Λεπτομέρειες
- 20 Μαΐου 2013
- Ιερά Μητρόπολις Πισιδίας
ΕΡΩΤΗΣΗ : Τί εἶναι αὐτό πού κάνει κάποιους Βαπτισμένους Χριστιανούς νά χάνουν τήν πίστη τους καί νά ἀποκόπτονται ἀπό τήν Ἐκκλησία ;
ΑΠΑΝΤΗΣΗ : Τά βασικότερα αἴτια εἶναι τά ἑξῆς :
1. Ἡ πίστη εἶναι πολύτιμος θησαυρός. Κάθε θησαυρός χρειάζεται νά φυλάσσεται ἀπό τούς κλέπτες, πάντοτε, συνεχῶς. Τόν θησαυρό τῆς πίστεως παραμονεύει νά τόν κλέψει, νά τόν ἀφαιρέσει ἀπό τήν καρδιά τοῦ πιστοῦ ὁ σατανᾶς, γιά νά τόν ἀπομακρύνει ἀπό τόν Χριστό καί νά τόν καταπιεῖ, καθώς ὁ Ἀπόστολος Πέτρος λέγει : «Ὡς λέων ὠρυόμενος περιπατεῖ ζητῶν τίνα καταπίῃ» (1η Πετρ. 5,8). Γι΄αὐτό μᾶς προτρέπει ὁ Ἀπόστολος Πέτρος στή συνέχεια : «Ἀντισταθεῖτε στόν διάβολο, μένοντας ἀκλόνητοι στήν πίστη» (στιχ. 9).
2. Ἡ πίστη εἶναι ἕνα μεγάλης ἀξίας λουλούδι, πολύ εὐαίσθητο, πού χρειάζεται πολύ μεγάλη ἐπαγρύπνηση καί φροντίδα. Δέν ἀρκεῖ πού ἄνθισε κάποτε στόν κῆπο τῆς καρδιᾶς μας. Ὅπως τό εὐαίσθητο λουλούδι χρειάζεται πότισμα, γιά νά μήν ξεραθεῖ, εἰδικό λίπασμα, γιά νά τρέφεται, κατάλληλη θέση, γιά νά τό βλέπει ὁ ἥλιος καί νά μήν τό ξεριζώσει δυνατή θύελλα, ἔτσι καί τό εὐωδιαστό ἄνθος τῆς πίστεως.
Χρειάζεται καθημερινά νά ποτίζεται μέ τό «ὕδωρ τό ζῶν» (Ἰωάν. 4,10), τό ὕδωρ τό ζωογόνο, πού δίνει ὁ Χριστός μέ τή μελέτη τοῦ Εὐαγγελίου καί ἄλλα μέσα τῆς χάριτός Του.
Χρειάζεται τό ὀξυγόνο τῆς συνεχοῦς προσευχῆς, γιά νά ἀναζωογονεῖται ἡ πίστη μέσα μας.
Χρειάζεται νά τρέφεται μέ «τόν Ἄρτον τῆς Ζωῆς», τό Πανάγιο Σῶμα καί Αἷμα τοῦ Χριστοῦ.
Αὐτή ἡ κοινωνία καί ἕνωση τοῦ πιστοῦ μέ τόν Χριστό εἶναι τό κυριότερο καί σπουδαιότερο ἀπό ὅλα, πού δυναμώνει τήν πίστη στήν ψυχή τοῦ πιστοῦ. Γι΄αὐτό στήν πρώτη εὐχή εὐχαριστίας, μετά τήν Θεία μετάληψη, παρακαλοῦμε τόν Κύριο νά μᾶς χαρίσει, μέ αὐτή τή Θεία Κοινωνία, «πίστιν ἀκαταίσχυντον».
3. Ἐάν τό σκουλήκι φάει τίς ρίζες τοῦ λουλουδιοῦ, ἀρχίζει αὐτό νά μαραίνεται καί τελικά πεθαίνει. Ἔτσι καί τό σκουλήκι τῆς ἁμαρτίας κατατρώγει τίς ρίζες τῆς πίστεως καί τή νεκρώνει. Εἶπε κάποιος σοφός : «ἄν δέν ὑπῆρχε ἡ ἁμαρτία στόν κόσμο, δέν θά ὑπῆρχε κανένας ἄπιστος».
Ἡ ἁμαρτία, ἄν δέν προσέξει ὁ ἄνθρωπος, τόν ἀποπλανᾶ στήν ἀρχή καί μετά, ὅπως εἶναι φυσικό, αἰσθάνεται τύψεις. Φοβᾶται τίς συνέπειες. Τήν αἰώνια τιμωρία· -ἄχ, τί καλά θά ἦταν, σκέπτεται, νά μήν ὑπῆρχε κόλαση καί παράδεισος! Νά μήν ὑπῆρχε Θεός! Καί ποιός εἶδε τόν Θεό; Καί τόσοι πού δέν πιστεύουν στόν Θεό; Φαίνεται δέν θά ὑπάρχει Θεός! Ἀσφαλῶς δέν ὑπάρχει! Μέ τέτοιους πλανεμένους συλλογισμούς προσπαθοῦν νά κατασιγάσουν τήν φωνή τῆς συνειδήσεώς τους καί καταντοῦν στήν ἀπιστία. Ἀξιολύπητοι εἶναι αὐτοί οἱ ἄνθρωποι! "Στῶμεν καλῶς".