Απαντήσεις Μητροπολίτου ΤΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΤΗΣ ΘΕΟΔΙΚΙΑΣ

ΤΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΤΗΣ ΘΕΟΔΙΚΙΑΣ

ΕΡΩΤΗΣΗ : Ἀφοῦ ὁ Θεός εἶναι δίκαιος γιατί βλέπουμε στήν κοινωνία τούς ἀσεβεῖς καί ἁμαρτωλούς νά τά ἔχουν πλούσια καί οἱ εὐσεβεῖς καί δίκαιοι νά ταλαιπωροῦνται ;

ΑΠΑΝΤΗΣΗ : Ἐμεῖς οἱ Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί, πού πιστεύουμε στήν αἰώνια ζωή, δέν πρέπει νά ταρασσόμαστε ὅταν βλέπουμε νά ταλαιπωροῦνται οἱ εὐσεβεῖς καί νά φαίνονται εὐτυχισμένοι οἱ κακοί, γιατί ξέρουμε ὅτι ἡ ἀμοιβή τῶν εὐσεβῶν καί πιστῶν εἶναι στήν μέλλουσα ζωή, ἐνῶ στήν παροῦσα ζωή εἶναι οἱ ἀγῶνες. Ὁ ἴδιος ὁ Κύριος μᾶς ἔχει προειδοποιήσει : «Εἶναι στενή ἡ πύλη καί γεμάτη δυσκολίες ἡ ὁδός πού ὁδηγεῖ στήν ζωή», δηλαδή στήν αἰώνια ζωή (Ματθ. 7-14). Δηλαδή νά εἶναι ἕτοιμος νά σηκώσει τό σταυρό τῶν θλίψεων καί τῶν στερήσεων. Καί ξέρουμε ὅτι ἐκεῖνοι πού ἔχουν ἀκολουθήσει τόν Χριστό μέ συνέπεια καί ἔφτασαν στήν ἁγιότητα ἦταν οἱ ἄνθρωποι, οἱ ὁποῖοι χάριν τοῦ Χριστοῦ θυσίασαν τά πάντα καί στερήθηκαν τά πάντα. Κάποιοι μάλιστα, ἐνῶ εἶχαν πλούσια σπίτια καί μεγάλη περιουσία, ὅπως ὁ Ἅγιος Ἀντώνιος καί Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος τά μοίρασαν στούς φτωχούς καί στίς ἀνάγκες τῆς Ἐκκλησίας καί ἔζησαν ἁπλά.

Σ΄ἕνα κείμενο πού γράφτηκε στίς ἀρχές τοῦ δεύτερου χριστιανικοῦ αἰῶνα (140-150 μ.Χ.) καί ἐπιγράφεται δεύτερη ἐπιστολή πρός Κορινθίους τοῦ ἐπισκόπου Ρώμης Κλήμεντος, διαβάζουμε σχετικά μέ τό θέμα μας «νά μήν ταράσσεται ὁ νοῦς μας ὅταν βλέπουμε τούς ἀδίκους νά πλουτοῦν καί τούς δούλους τοῦ Θεοῦ νά στεροῦνται. Πιστεύουμε, ἀδελφοί καί ἀδελφές, ὅτι ἀγωνιζόμαστε καί ἀσκούμαστε στήν παρούσα ζωή κατά τό θέλημα τοῦ Θεοῦ γιά νά στεφανωθοῦμε στήν μελλοντική αἰώνια ζωή» (20, 1-2).

Καί στήν συνέχεια : «κανένας ἀπό τούς εὐσεβεῖς καί δίκαιους δέν ἔλαβε ἀμέσως τούς καρπούς τῶν ἀγώνων του, ἀλλά τούς περιμένει. Διότι ἄν ὁ Θεός ἔδιδε ἀμέσως τόν μισθό τῶν δικαίων, αὐτό θά ἔμοιαζε ὅτι κάνουμε ἐμπόριο. Θά θεωρούσαμε ὅτι δίκαιοι εἶναι αὐτοί πού ἐπιδιώκουν τό κέρδος καί ὄχι αὐτοί πού ζοῦν μέ εὐσέβεια» (20, 3-4).

Ἑπομένως, ἄς ἔχουμε ξεκαθαρίσει στήν θέση μας ὅτι ὁ Θεός δέν ἀμείβει τούς ἀνθρώπους στήν παρούσα ζωή μέ τά ὑλικά ἀγαθά, ἀλλά στήν μέλλουσα ζωή μέ τά αἰώνια πνευματικά ἀγαθά.

Ἀγαπᾶμε τόν Θεό καί προσπαθοῦμε νά ζοῦμε κατά τό θέλημά Του ὄχι γιά νά ἀπολαύσουμε τά ὑλικά πράγματα, ἀλλά γιατί Αὐτός γεμίζει τήν ψυχή μας μέ τήν παρουσία Του μέσα μας, γιατί μᾶς χαρίζει ἐσωτερική χαρά καί εὐτυχία, ἔστω καί ἄν εἴμαστε πτωχοί. Μέ τον Θεό ὁ φτωχός εἶναι εὐτυχισμένος στό φτωχικό σπιτάκι του· καί χωρίς Θεό ὁ πλούσιος εἶναι δυστυχισμένος στά πλούτη του. «Ὥστε ἀδελφοί μου –γράφει πάλι ἡ ἐπιστολή- νά μήν κλονιζόμαστε, ἀλλά νά ἐλπίζουμε μέ ὑπομονή, γιά νά λάβουμε καί τό μισθό. Διότι εἶναι ἀξιόπιστος ὁ Κύριός μας, ὁ ὁποῖος ὑποσχέθηκε πώς θά ἀνταποδώσει στόν καθένα τόν μισθό του ἀνάλογα μέ τά ἔργα του» (11,3-6).

 

bullets

Απαντήσεις Μητροπολίτου ΤΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΤΗΣ ΘΕΟΔΙΚΙΑΣ