Ο ΓΑΜΟΣ
- Λεπτομέρειες
- 11 Αυγούστου 2011
- Ιερά Μητρόπολις Πισιδίας
Όταν επιτέλους μετά την πολύχρονη μνηστεία αποφασιζόταν να γίνει ο γάμος, όριζαν και την Κυριακή που θα γινόταν το Μυστήριο. Δυο βδομάδες πιο πριν, γινόντουσαν οι προσκλήσεις σε συγγενείς και σε φίλους. Η οικογένεια του νέου καλούσε τους δικούς της κι η οικογένεια της νέας τους δικούς της επίσης. Επειδή την εποχή εκείνη προσκλητήρια δεν υπήρχαν, το «κάλεσμα» γινόταν μέσω μιας ειδικής «καλέστρας» της Φικέ. Μια βδομάδα πριν, άρχιζαν τα προ-εόρτια. Ήταν η Κυριακή που θα κοβόταν το νυφικό, Μπιτσίμ-Αλτή, στα Τούρκικα. Το νυφικό, ήταν δώρο του γαμπρού και κοβόταν στο σπίτι του γαμπρού. Η μοδίστρα που θα το έρραβε, πήγαινε πρώτα στο σπίτι της νύφης έτταιρνε τα μέτρα της. Μετά, πήγαινε στο σπίτι του γαμπρού για να κόψει εκεί το νυφικό φόρεμα.
Στο σπίτι του γαμπρού ήταν συγκεντρωμένοι οι συγγενείς και οι φίλοι της οικογένειάς του. Η ράφτρα, έκανε τρεις φορές το σημείο του Σταυρού με το ψαλίδι της πάνω στο μεταξωτό ύφασμα και στη συνέχεια το έκοβε σύμφωνα με τα μέτρα που είχε πάρει, ενώ ταυτόχρονα ευχόταν το «Καλορρίζικο». Τότε, άρχιζε να πέφτει πάνω στο ύφασμα βροχή από νομίσματα δώρο για τη μοδίστρα.
Στην αρχή της προ του γάμου βδομάδας, συνήθως την Τρίτη, γινόταν στο σπίτι της υποψήφιας νύφης, η έκθεση των προικιών της. Ήταν το «Τζέεζ-αλτή». Άνοιγαν λοιπόν τα γεμάτα μπαούλα κι άπλωναν όλα τα προικιά σ' όλο το χώρο υποδοχής (το Μουσαφίρ Οντασή). Οι προσκαλεσμένοι, τα περιεργάζονταν, τα θαύμαζαν και παίνευαν τον πλούτο και την ποιότητά τους. Και πάλι εύχονταν και ξαναεύχονταν, για υγεία και μακροβιότητα στη μέλλουσα οικογένεια.
Την Πέμπτη, μαζεύονταν κοπέλες συγγενείς και φίλες των μελλονύμφων στο σπίτι του γαμπρού, εκεί που θα πήγαινε να κατοικήσει η νύφη, για να στρώσουν το κρεββάτι τους. Συνήθιζαν αφού το στρώσουν, να βάζουν επάνω ένα αγοράκι που ζούσαν οι γονείς του και το κυλούσαν για να φέρει γούρι και να γεννηθεί αγόρι το πρώτο παιδί του ζεύγους. Καθώς έστρωναν το κρεββάτι, το ράντιζαν με κουφέτα και με νομίσματα ασημένια και χρυσά. Κυρίως Βυζαντινά Κωνσταντινάτα (Τεκανός) και Βενέτικα (Γιαλντήζ).
Την Παρασκευή εκείνης της βδομάδας που την Κυριακή θα γινόταν ο γάμος, γινόντουσαν μεγάλες ετοιμασίες. Και οι δυο οικογένειες καλούσαν κοπέλες συγγένισσες ή φίλες για να τους βοηθήσουν στα φαγητά, άσχετα αν για το τραπέζι του γάμου είχαν προσλάβει ειδικές μαγείρισσες. Προπαντός για το παραγέμισμα και το ψήσιμο του πατροπαράδοτου αρνιού ή των αρνιών.
Την παραμονή του γάμου, το Σάββατο το βράδυ, ο γαμπρός καλούσε όλους τους αρσενικούς συγγενείς, τους δικούς του καθώς και της κοπέλας και πήγαιναν όλοι τους μαζί στο Λουτρό (Χαμάμ). Πριν από το λουτρό, ο μπαρμπέρης ξύριζε τον γαμπρό και πληρωνόταν γενναία. Όση ώρα ο μέλλων γαμπρός ξυριζόταν, οι φίλοι του τον συντρόφευαν και του τραγουδούσαν ρομαντικά τραγούδια, για να τον διασκεδάσουν. Την ίδια μέρα, αλλά το μεσημέρι, μαζεύονταν στο σπίτι του γαμπρού ή της νύφης οι συγγενείς τους για να δουν τα νυφιάτικα και γαμπριάτικα δώρα.
Τα δώρα που έπαιρνε η νύφη από το γαμπρό ήταν : το φόρεμα που θα φορούσε σαν νύφη, η καλύπτρα του προσώπου της από πολύ λεπτό μεταξωτό κόκκινο τούλι, το «Πουλλού», ολοκέντητο με λαμπερές μικρές πούλιες. Το δαχτυλίδι του αρραβώνα (η Βεργέτα), χρυσά νομίσματα και άλλα διάφορα.
Τα δώρα της νύφης στο γαμπρό ήταν : Ασπρόρρουχα από χασέ (όχι από κάμποτ), κάλτσες κεντητές, ζώνη, μαντήλια μεταξωτά, 2 πίπες χρυσές ή ασημένιες με επιστόμιο από κεχριμπάρι (ήλεκτρο) η μια για τον γαμπρό και η άλλη για τον κουμπάρο, τον «Σααντήτς».
Μετά την ανταλλαγή των δώρων, οι φίλες της νύφης πήγαιναν στο σπίτι της και την έπαιρναν στο λουτρό για να λουστεί. Όσην ώρα λουζόταν η νύφη μαζί με την παράνυμφη τα υπόλοιπα κορίτσια της συνοδείας διασκέδαζαν στο προθάλαμο του λουτρού, στο «σόγουκλουκ» (δροσερό) με χορούς και τραγούδια.
Οι πλούσιες οικογένειες, για τις εκδηλώσεις αυτές, καλούσαν συνήθως τους τυφλούς μουσικούς της Αττάλειας που διασκέδαζαν όλους με τα παθητικά τραγούδια τους και τα μουσικά τους τοπικά όργανα, βιολί, σαντούρι, λαγούτο και το κλαρίνο, το «Ντελμχέκι, ντέφι. Μέσα στο Λουτρό, τη νύφη την έλουζε ειδική γυναίκα, φυσικοθεραπεύτρια. η «Τελ- λέκ». Την έπλενε τρίβοντας όλο το σώμα της με σακκουλάκι από αλπακά για να καθαρισει βαθειά το δέρμα της και συμπλήρωνε με γυμναστικές ασκήσεις. Μετά, τη χτένιζε, όπως έπρεπε. Όταν επιτέλους τέλειωναν όλες αυτές οι τελετουργίες, οδηγούσε η Τελλέκ τη νύφη και την παράνυμφη έξω από το λουτρό. Έπαιρναν θέση στο «Σεκί», τον φαρδύ καναπέ του «δροσερού» κι εκεί έσμιγαν με την παρέα της νύφης που την παραλάβαινε και την πήγαινε πίσω στο σπίτι της.
Το Σάββατο το βράδυ, στο σπίτι της νύφης γινόταν γλέντι. Όλα τα κορίτσια, οι φίλες της, της τραγουδούσαν, την πείραζαν, της έφτιαχναν τα μαλλιά της, τη χάιδευαν και την περιποιόντουσαν. (Ανάμικτη τρυφερότητα και ζήλεια)! Σαν τέλειωνε το γλέντι εκείνο, πριν φύγουν οι καλεσμένοι, η νύφη έπαιρνε θέση στην πόρτα του δωματίου βαστώντας ένα ασημένιο τάσι μπροστά της. Όλοι οι... αποχωρούντες συγγενείς, έριχναν εκεί μέσα τα δώρα τους, χρυσά ή ασημένια νομίσματα ή ακόμα και χρυσά κοσμήματα.
Έτσι τέλειωναν αυτές οι «προ του γάμου» εκδηλώσεις και έφταναν στην Κυριακή, τη μέρα του γάμου.
Από το βιβλίο «ΑΤΤΑΛΕΙΑ ΚΑΙ ΑΤΤΑΛΕΙΩΤΕΣ» Τόμος Β΄, Σελ. 51
- Προηγούμενο
- Επόμενο >>