Η ΑΤΤΑΛΕΙΑ ΚΑΤΑ ΤΟΥΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΟΥΣ ΧΡΟΝΟΥΣ
- Λεπτομέρειες
- 12 Ιανουαρίου 2011
- Ιερά Μητρόπολις Πισιδίας
Κατά τούς Ἀποστολικούς χρόνους ἡ Ἀττάλεια ἦταν μιά περίλαμπρη πόλη μέ τά ἰσχυρά κάστρα της καί τά περίτεχνα μνημεῖα της. Τό σπουδαῖο λιμάνι της, στόν μυχό τοῦ ὁμώνυμου Κόλπου ἐπί τῆς Μεσογείου, ἀπό ἐμπορική καί στρατιωτική ἄποψη τήν καθιστοῦσε προνομιοῦχο πόλη ἔναντι πολλῶν ἄλλων σημαντικῶν πόλεων τῆς νοτίου Μικρᾶς Ἀσίας.
Ἡ πόλη αὐτή εἶχε τήν ἐξαιρετική εὐλογία νά δεχτεῖ τήν ἐπίσκεψη τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, κατά τήν Α΄ Ἀποστολική Περιοδεία του.1
Ἀπό τό πλῆθος τῶν Μαρτύρων, κατά τούς τρεῖς πρώτους χριστιανικούς αἰῶνες, στήν περιοχή τῆς Ἀτταλείας γίνεται φανερόν ὅτι ἡ χριστιανική πίστη ρίζωσε βαθειά στίς καρδιές τῶν πρώην εἰδωλολατρῶν σέ εὐρύτερα στρώματα τῆς κοινωνίας. Ὑπάρχει ἀνεπιβεβαίωτη πληροφορία ὅτι «ὁ Παῦλος .... ἐλθών διά δευτέραν φοράν εἰς Ἀττάλειαν ἐγκαθιδρύει ἕνα τῶν μαθητῶν του ὡς ἐπίσκοπον τῆς ἐκεῖ Ἐκκλησίας». Τό βέβαιον εἶναι ὅτι ἐνωρίς ἡ Ἀττάλεια εἶχε τόν Ἐπίσκοπό της. Πρῶτος γνωστός ἐπίσκοπος Ἀτταλείας εἶναι ὁ Εὐστάθιος, πού ἐκλέχτηκε τό 430. Ἄλλοι γνωστοί Ἐπίσκοποι Ἀτταλείας εἶναι οἱ :
Θεόδωρος (ἔλαβε μέρος στήν Γ΄ Οἰκουμενική Σύνοδο τῆς Ἐφέσου),
Σύμμαχος (περί τά τέλη τοῦ δ΄ αἰώνα),
Ἰωάννης (520),
Συμεών (879),
Νικόλαος (1156),
Θεόγνωστος,
Θεόφιλος,
Ἀθανάσιος καί Θεοφύλακτος.
Ἡ Ἐπισκοπή τῆς Ἀττάλειας ὑπαγόταν ἐκκλησιαστικῶς στή Μητρόπολη Πέργης μέχρι τό ἔτος 1084, πού ἀνυψώθηκε σέ Μητρόπολη. Σέ τοῦτο «συνετέλεσε ἡ ἐκκλησιαστική της ἀνάπτυξη, ἀφ΄ ὅτου ἡ Πέργη ἔχασε τήν ἐκκλησιαστική της σπουδαιότητα καί ἡ Ἀττάλεια παρέμεινε τό μοναδικό χριστιανικό κέντρο τῆς περιοχῆς».2 Ἡ ἀναγραφή τῆς ἐποχῆς τοῦ Αὐτοκράτορα Ἀνδρονίκου Γ’ (1328 -1341) ἀναφέρει: «Ὁ Συλλαίου ὅς καί Πέργης λέγεται, δευτέρας Παμφυλίας, ἀνθ’ οὗ ἔνι νῦν ὀ Ἀτταλείας, Ἐπίσκοπος μέν ὤν τοῦ Πέργης ἔχει δἐ νῦν μητροπολίτης γενόμενος τόν τόπον αὐτοῦ».
Ἀπό τά μέσα τοῦ ιστ΄ αἰώνα ἡ Ἀττάλεια διετέλεσε Ἐξαρχία τῆς Μητροπόλεως Πισιδίας καί ὁ Μητροπολίτης της, μέ τήν ἔγκριση τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, χρησιμοποιοῦσε τήν Ἀττάλεια ὡς δεύτερη ἕδρα του.
1 Οἱ Πράξεις τῶν Ἀποστόλων γράφουν σαφῶς ὅτι ὁ Ἀπόστολος Παῦλος μέ τόν συνοδόν του Ἀπόστολο Βαρνάβα, κατά τήν ἐπιστροφήν τους ἀπό τήν πρώτη Ἀποστολική περιοδεία τους «κατέβησαν εἰς Ἀττάλειαν, κακεῖθεν ἀπέπλευσαν εἰς Ἀντιόχειαν. (Πράξ. 14, 25-26). Γιά τήν ἐπίσκεψή τους στήν Ἀττάλεια καί ὅταν πήγαιναν πρός τήν Πέργη, ἀμέσως μετά τήν Πάφο, παρότι δέν ἀναφέρεται σαφῶς τοῦτο στίς Πράξεις τῶν Ἀποστόλων, οἱ ἑρμηνευτές τῆς Καινῆς Διαθήκης θεωροῦν «ὅτι εἰς τήν Ἀττάλειαν προσήγγισεν ἡ ναῦς». (Παναγ. Τρεμπέλα· Ὑπόμνημα εἰς τάς Πράξεις τῶν Ἀποστόλων σελ. 381). Καί τοῦτο διότι ἡ Πέργη ἀπέχει ἀπό τή θάλασσα περί τά 10 χιλιόμερα. Καί ναί μέν τότε, πού ὁ Κέστρος ποταμός ἦταν πλωτός, μποροῦσε κανείς νά φθάσει κοντά στήν πόλη μέ ποταμόπλοιο, άλλά τό μεγάλο πλοῖο πού μετέφερε τούς Ἀποστόλους ἀπό τήν Κύπρο, μόνο στό πλησιέστερο μεγάλο λιμάνι τῆς Ἀττάλειας θά μποροῦσε νά τούς ἀποβιβάσει.
2 Μ.Π.Ε σελ. 103.