Ο ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΘΕΟΔΩΡΟΥ ΤΗΡΩΝΟΣ ΠΑΡΛΑΣ ΠΙΣΙΔΙΑΣ
- Λεπτομέρειες
- 11 Ιανουαρίου 2011
- Ιερά Μητρόπολις Πισιδίας
Για το χτίσιμο του ναού του Αγίου Θεοδώρου Τήρωνος, που κράτησε 17 ολόκληρα χρόνια (1790-1807), η παράδοση διέσωσε μέχρι των ημερών μας πολύ ενδιαφέρουσες και σπουδαίες πληροφορίες.
Κάποιος προύχοντας της Πάρλας που λέγονταν Μωυσή Νταγής , ταξίδεψε το 1770 κι έφτασε μέχρι την Κων/πολη για να ζητήσει και να πάρει από τις τουρκικές Αρχές την άδεια που χρειαζόταν. Έφτασε ύστερα από μύριες ταλαιπωρίες, και δυσκολίες στην Κων/πολη και παρουσιάστηκε στον αρμόδιο Τούρκο υπάλληλο που χορηγούσε τις σχετικές άδειες ’’για να κτισθεί ένας ακόμη κιαφίρ χανές,, ( οίκος απίστων), όπως συνήθιζαν να λένε στις εγκρίσεις τους οι τουρκικές Αρχές. Ήταν ο Σεϊχ Ούλ-Ισλάμης( ιερατικός εκπρόσωπος του Μωάμεθ, σύμβουλος του Σουλτάνου, Πατριάρχης των Μωαμεθανών, λέγοντας του: έλα αύριο . Την επόμενη ο Μωυσή Νταγής ξαναπήγε στο γραφείο του με το ίδιο αίτημα, αλλά ο υπάλληλος τον έδιωξε με τον ίδιο και ακόμα χειρότερο τρόπο αυτή τη φορά, φωνάζοντας του πάλι να πάει την επόμενη. Ο καημένος ο Μωυσή Νταγής το σκέπτεται να ξαναπάει για να μην ακούσει και πάλι τις αγριοφωνάρες του υπαλλήλου, αλλά τελικά ξαναπήγε με την ελπίδα μήπως και καταφέρει αυτή τη φορά να πάρει την πολυπόθητη έγκριση για το κτίσιμο του ναού της Πάρλας .
Ο υπάλληλος μόλις τον είδε και πάλι μπροστά του ,έγινε θηρίο. Σηκώθηκε όρθιος και πήγε προς το μέρος του με διάθεση να τον ξυλοκοπήσει . Κατάλαβε ο δύστυχος ο Μωυσή Νταγής ότι μάταια έχανε τις μέρες του στην Πόλη ελπίζοντας να πάρει την έγκριση της άδειας του ναού και με σκυμμένο το κεφάλι, σχεδόν κλαίγοντας, βγήκε από το γραφείο του Τούρκου υπαλλήλου, αποφασισμένος να μην ξαναπατήσει πια σε αυτό. Πριν όμως προλάβει να βγει από το κτίριο, τον πρόφτασε ο υπάλληλος και του είπε: Άσχετα με τον τρόπο που σε αντιμετωπίζω , εσύ συνέχισε να έρχεσαι κάθε μέρα για το αίτημα σου , μέχρι να το πετύχεις. Μην απελπίζεσαι. Θα το πετύχεις, του είπε , και γύρισε τρέχοντας στο γραφείο του. Ο Μωυσή Νταγής ξανάφυγε , αλλά με μύριες ελπίδες τώρα, βέβαιος για το αίσιο αποτέλεσμα των προσπαθειών του. Μετρούσε μια μια τις ώρες ως την άλλη μέρα που ήρθε η στιγμή να ξαναπάει στο γραφείο του υπαλλήλου για την έγκριση της άδεις που ζητούσε τόσες μέρες. Αυτή τη φορά όμως αντιμετώπισε την αγριότητα και των άλλων υπαλλήλων που τον είχαν βαρεθεί να τον βλέπουν κάθε μέρα μπροστά τους και τον πέταξαν έξω σηκωτό.
Εκείνος τα είχε χαμένα από τη μεταχείρηση των άλλων υπαλλήλων και και μόλις που πρόφτασε να ρίξει μια ματιά στον υψηλόβαθμο υπάλληλο εκλιπαρώντας την υποστήριξή του , αλλά αυτός αρκέστηκε μόνο να του κλείσει το μάτι με νόημα. Ενισχύθηκε και πάλι ο Μωυσή Νταγής και επανέλαβε την επόμενη ημέρα την επίσκεψη του για δέκατη και ενδέκατη φορά, ώσπου όλοι μαζί οι υπάλληλοι, αγανακτισμένοι από την καθημερινή επίσκεψη του Μωυσή Νταγή πήγαν στον υψηλόβαθμο υπάλληλο και τον παρακάλεσαν να ικανοποιήσει το αίτημα του επίμονου και ανυπόφορου εκείνου επισκέπτη τους, για να ησυχάσουν και να ηρεμίσουν επιτέλους !
Πείστηκε (!) εκείνος και του ενέκρινε την άδεια για το κτίσιμο του ναού που θα χτίζονταν με τις διαστάσεις που ήταν αποτυπωμένες με βουλοκέρι και σφραγίδα πάνω σ’ ένα σχοινί από κατσικότριχα.
Μόλις πήρε στα χέρια του την έγκριση και το σχοινί με τις διαστάσεις , έφυγε ο Μωυσή Νταγής έχοντας φτερά στα πόδια του . Με δυσκολία τον πρόφτασε ο υψηλόβαθμος Τούρκος υπάλληλος που είχε βγει από την πίσω πόρτα του κτιρίου , για να τον παρακαλέσει να μην φύγει αμέσως για την πατρίδα του , αλλά να μείνει και να τον επισκεφθεί στη διεύθυνση που του έγραψε στο χαρτί που του έδωσε βιαστικά στο χέρι. Παρά τους δισταγμούς και τους φόβους του , πήγε το βράδυ στη διεύθυνση που του έγραψε και χτύπησε την πόρτα . Του άνοιξαν και τον έβαλαν μέσα . Στο βάθος του διαδρόμου τον περίμενε ένας σεβάσμιος κληρικός . Τον αναγνώρισε κι ας ήταν μισοσκόταδο κι έμεινε άφωνος στο αντίκρισμα του . Ήταν ο υψηλόβαθμος ‘’ Τούρκος,, υπάλληλος, ο αρμόδιος για την έγκριση της άδειας οικοδόμησης του ναού του Αγ. Θεοδώρου.
Όταν συνήλθε από την έκπληξη του , οδηγήθηκε στα ενδότερα κι εκεί ένιωσε όλη τη ζεστασιά της ψυχής του ιερωμένου Σταυριώτη κρυπτοχριστιανού.
Μετά τον οδήγησε στο υπόγειο του σπιτιού . Εκεί τον περίμενε κι άλλη έκπληξη. Ήταν διασκευασμένο σε ναό και τον παρακάλεσε θερμά να γίνει ανάδοχος του μικρού του γιου που θα βάφτιζε ο ίδιος εκείνο το βράδυ.
Ο Άγιος εκείνος κληρικός και σαν κρυπτοχριστιανός που ήταν , είχε θέσει τον εαυτό του στην υπηρεσία του Υψίστου, εγκρίνοντας και χορηγώντας άδειες για το χτίσιμο χριστιανικών ναών, με τη βοήθεια του Θεού έστω και με τέτοιον επεισοδιακό τρόπο.
Την επόμενη ημέρα γεμάτος εμπειρίες και εκπλήξεις , αναχώρησε για την πατρίδα του την Πάρλα έχοντας το σχοινί με τις εγκεκριμένες διαστάσεις αποτυπωμένες στις άκρες του .Το τέντωσαν , αλλά εκείνο ήταν τόσο πολύ στριμμένο που δίπλωνε σε πολλά σημεία του και όσο το ξέστριβαν για να ξεδιπλώσει, τόσο πιο πολύ μεγάλωνε το μήκος του έτσι που, αντί να έχει τα συνηθισμένα μέτρα ενός ναού , να παρουσιάζει μήκος διπλάσιο .Έκαναν τότε τη σκέψη να χτίσει ένα διπλό ναό, του Αγ. Θεοδώρου και του Αγίου Χαραλάμπου . Τα χρήματα όμως που είχαν προϋπολογίσει δεν έφταναν τώρα κι έπρεπε να κάνουν και άλλους εράνους μεταξύ τους αλλά και στο εξωτερικό.
Για το σκοπό αυτό έφτασαν και πάλι μέχρι την πόλη , στο Βουκουρέστι και στην Πετρούπολη, ο Μωυσή Νταγής με τον Καγιά Νικόλα κι έγιναν δεκτοί και από τον Τσάρο τον Αλέξανδρο που τους χάρισε τρία χρυσοκέντητα άμφια , ο δε ηγεμόνας της Μολδοβλαχίας τους χάρισε ένα επίχρυσο Ευαγγέλιο.
Όταν οι Ηπειρώτες μαστόροι άρχισαν ν’ ανοικοδομούν τον τεραστίων διαστάσεων ναό , έτρεξαν οι τουρκικές αρχές να τους σταματήσουν, γιατί νόμισαν ότι οι Ρωμιοί παρανομούσαν. Αφού όμως έκαναν έλεγχο στις διαστάσεις πάνω στο σχοινί και είδαν τα σημάδια και οι σφραγίδες ήταν απαραβίαστα, έφυγαν άπρακτοι και πολύ προβληματισμένοι.
Το σχοινί αυτό ήταν φυλαγμένο κάτω από την Αγία τράπεζα.1 του ναού του Αγ. Θεοδώρου κι εκεί το άφησαν οι χριστιανοί κατά το διωγμό του 1922 ποιος ξέρει σε τι βέβηλα χέρια να κατέληξε κι αυτό το ιερό κειμήλιο!
Το χτίσιμο του ναού τελείωσε το 1807, οπότε έγιναν και τα εγκαίνια του επί Μητροπολίτου Παρθενιόυ και Ιερέως παπα-Αναστασίου από το Ισλαμικιοϊ στο οποίο λειτουργούσε εκ περιτροπής.
Ήταν τρίκλιτου ρυθμού Βασιλικής , όλος στηριζόταν σε 4 κολώνες .
Η είσοδος του ήταν χαμηλή , περίπου 1 ½ μ . Και για να μπείς μέσα έπρεπε να σκύψεις σε τρόπο επίκυψης (μετάνοια) δείχνοντας την ευλάβειά σου σαν προσκυνητής2 . Ήταν χαμηλή και για άλλο λόγο. Έτσι που να μην μπαίνουν οι αλλόπιστοι καβάλα στα άλογα τους , όπως έκαναν συνήθως.
1.Από τις γραπτές σημειώσεις του Χριστόδουλου Σταυρίδη που μου δόθηκαν από τον ίδιον πριν 30 χρόνια περίπου.
2. Κατά την διάρκεια της τουρκοκρατίας οι ναοί χτίζονταν με μικρές πόρτες για να μην μπορούν οι αλλόπιστοι να μπαίνουν μέσα σ’ αυτούς καβάλα στα άλογα τους.
α σ’ αυτούς καβάλα στα άλογα τους.