ΕΠΕΞΗΓΗΣΕΙΣ ΣΧΕΔΙΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΙΚΟΥ ΝΑΟΥ ΚΑΙ ΕΠΙΣΚΟΠΕΙΟΥ
- Λεπτομέρειες
- 30 Δεκεμβρίου 2010
- Ιερά Μητρόπολις Πισιδίας
Ι Μητροπολιτικός ναός - τρίκλιτος Βασιλικῆς.
ΙΙ Βαπτιστήριον
ΙΙΙ Τρίκογχος αἴθουσα
IV Μαρτύρια (Τάφοι Μαρτύρων)
IVa Αὔλειος χῶρος μέ κιονοστοιχίες
V Δεξαμενή
Va Κοιτῶνες
Vb Τρικλίνιον (Ἀρχονταρίκι)
VI Ἐπισκοπικόν Παρεκκλήσιο
VII Τρίκογχο
VIIa Προθάλαμος Τρικόγχου
VIII Χῶροι τῶν ὁποίων δέν ἔχουν ὁλοκληρωθεῖ οἱ ἀνασκαφές.
IX Κεντρική Πύλη Ἐπισκοπείου
Ὀ Μητροπολιτικός ναός καί τό Ἐπισκοπεῖον βρίσκονται στό τέλος τοῦ μικροῦ δρόμου μέ τίς κιονοστοιχίες, σέ μικρή ἀπόσταση ἀπό τήν κεντρική πύλη τῆς Σίδης. Τό συγκρότημα καταλαμβάνει ἔκταση 160 μέτρων μήκους καί 117 μέτρων φάρδους. Ὁ κυρίως ναός, ρυθμοῦ Βασιλικῆς, ἔχει μῆκος 44 μέτρα καί πλάτος 29,80 μέτρα. Ὁ κυρίως ναός (cc) εἶναι τρίκλιτος μέ δύο σειρές κολῶνες, πού συνδέονται μέ ἁψίδες. Τά κιονόκρανα ἔχουν ἐξαίρετη καλλιτεχνική ἀξία.
Βαπτιστήριον.
Ἰδιαίτερο ἐνδιαφέρον παρουσιάζει τό τετράκογχο Βαπτιστήριο, γιά ὁμαδικές βαπτίσεις ἐνηλίκων, πίσω καί ἀριστερά ἀπό τήν κόγχη τοῦ ναοῦ, μεταξύ δύο ὁμοιόμορφων αἰθουσῶν˙ ἡ κάθε μία εἶναι διαστάσεων 7,75x7,40 μέτρων, μέ ἁψίδες καί ἡμιθόλια.
Πόσοι ἄραγε ἀναγεννήθηκαν «δι᾽ὕδατος καί πνεύματος», διά τοῦ «λουτροῦ τῆς παλιγγενεσίας» σ᾽αὐτό τό ἱερό Βαπτιστήριο ! Προεξάρχοντος τοῦ Ἐπισκόπου οἱ νεοφώτιστοι μέ τούς λευκούς χιτῶνες καί τίς ἀναμμένες λαμπάδες στά χέρια ἔψαλλαν τό «ὅσοι εἰς Χριστόν ἐβαπτίσθητε Χριστόν ἐνεδύσασθε», καθώς εἰσέρχονταν στόν μεγαλοπρεπῆ ναό γιά τήν θεία Λειτουργία καί τήν πρώτη τους θεία Κοινωνία!
Ἐπισκοπικό Παρεκκλήσιο.
Ἐξωτερική καί Ἐσωτερική ἄποψη τοῦ Ἐπισκοπικοῦ Παρεκκλησίου.
Τό Ἅγιο Βῆμα τοῦ Ἐπισκοπικοῦ Παρεκκλησίου.
Παρ᾽ὅλον ὅτι δέν ἔχουν ὁλοκληρωθεῖ οἱ ἀνασκαφές στόν χῶρο τοῦ Ἐπισκοπείου, οἱ ἀρχαιολόγοι κατά τήν περιγραφή τοῦ A. M. Mansel ἔχουν ἐντοπίσει τό προσωπικό Παρεκκλήσιο τοῦ Ἐπισκόπου (V1), τό τρικλίνιον (ἀρχονταρίκι) (Vb) μέ τήν μεγαλοπρεπῆ εἴσοδο καί μέ τήν ἁψίδα, ἀκριβῶς ἀπέναντι ἀπό τό Παρεκκλήσιο, τό ἰδιαίτερο διαμέρισμα τοῦ Ἐπισκόπου καί στίς δύο πλευρές τοῦ διαδρόμου (Va) δωμάτια φιλοξενίας καί χώρους διοικητικῶν ὑπηρεσιῶν κοντά στήν κεντρική πύλη. «Τό μέγεθος, ἡ μεγαλοπρέπεια καί ὁ ἐσωτερικός διάκοσμος τοῦ ἐπισκοπείου (μαρμάρινα δάπεδα, κιονόκρανα, τοιχογραφίες) μᾶς βοηθοῦν νά καταλάβουμε ὅτι τό ἐπισκοπεῖο αὐτό ἦταν ἀπό τά σημαντικά ἐπισκοπεῖα τῆς Βυζαντινῆς Αὐτοκρατορίας καί ὅτι ἔπαιζε σημαντικό ρόλο στήν ἐπίλυση προβλημάτων».1
Εἴσοδος πρός ἀρχονταρίκι.
Ἐκεῖ ὅμως πού κορυφώνεται ἡ συγκίνηση καί ἡ εὐλάβεια τοῦ χριστιανοῦ ἐπισκέπτη ἤ μᾶλλον προσκυνητῆ εἶναι ὅταν φθάσει στά «Μαρτύρια» (IV) (τάφους μαρτύρων) πού βρίσκονται σέ ἰδιαίτερο κτίριο μεταξύ τοῦ Μητροπολιτικοῦ ναοῦ καί τοῦ Ἐπισκοπείου. Ὑπολογίζεται ὅτι εἶναι κτίσμα τοῦ ε΄αἰώνα, ὅταν πλέον εἶχαν καταπαύσει οἱ διωγμοί τῶν χριστιανῶν, καί φαίνεται ὅτι εἶχε ἀνεγερθεῖ πάνω ἀπό τάφους Μαρτύρων πού θά προϋπῆρχαν ἐκεῖ, ὅπως γνωρίζουμε ὅτι συνέβαινε καί σέ πολλές ἄλλες περιπτώσεις. Οἱ τάφοι τῶν Μαρτύρων χρησιμοποιοῦνταν ὡς Ἅγιες Τράπεζες ὅπου τελοῦνταν οἱ θεῖες Λειτουργίες κατά τούς αἰῶνες τῶν διωγμῶν.
Δυτικά τοῦ ἐπισκοπείου, μετά ἀπό τόν δρόμο (Β) μέ τίς κιονοστοιχίες, βρισκόταν μία παλαιότερη ἐκκλησία (ee) διαστάσεων 16,70x11,20 μέτρων τρίκογχη μέ τέσσερεις κίονες στό ἐσωτερικό τοῦ ναοῦ. Ἀριστερά ἔχει τήν Πρόθεση καί δεξιά τό Διακονικό. Χωρίζεται ἀπό τόν νάρθηκα μέ χοντρούς τοίχους (πλάτους 2,5 μέτρων). Φαίνεται ὅτι ὁ ναός αὐτός ἀποτελεῖ μέρος εὐρύτερου ἀριθμοῦ κτισμάτων, τά ὁποῖα ὅμως δέν μποροῦν νά ἐντοπισθοῦν πλέον.
Ἕνα ἀκόμα ἐκκλησιαστικό κτίσμα (gg) βρισκόταν στόν ἄλλο δρόμο μέ τούς κίονες (C). Ἔχει μαρμάρινο δάπεδο καί στή βορεινή πλευρά ὑπάρχει βρύση μέ τροῦλλο ἀπό πάνω. Ἔχουν βρεθεῖ κομμάτια τῆς πινακίδας τῆς δεξαμενῆς καί τῆς βρύσης (κάτι σάν συντριβάνι). Μπροστά ἀπό τό συντριβάνι ὑπάρχει ὑδρορρόη. Οἱ τοιχογραφίες τῆς βρύσης δείχνουν τό πρόσωπο γυναίκας, πού μᾶλλον εἶναι ἡ Παρθένος Μαρία. Οἱ τοιχογραφίες καί τά μωσαϊκά πού βρέθηκαν δείχνουν ὅτι στό κτίριο αὐτό ὑπῆρχε Ἁγίασμα. (σχεδ. 321) καί ὑπολογίζεται ὅτι κτίσθηκε τόν ε΄αἰώνα.
Στά ἐρείπια τῆς Σίδης ἀνάμεσα στίς ἀμέτρητες μαρμάρινες κολῶνες, τά κιονόκρανα, καί τά ἀγάλματα ὑπάρχουν ἀναθηματικές στῆλες, τάφοι μέ ἀνάγλυφα ἐξαιρετικῆς τέχνης, πού ἀνάγονται καί στή ρωμαϊκή ἐποχή.
Τό ἀξιωσημείωτο εἶναι ὅτι οἱ ἐπιγραφές σέ ὅλα αὐτά, ἀκόμα καί ὁλόκληρα κείμενα εἶναι κατά κανόνα στήν ἑλληνική γλῶσσα. Τό γεγονός αὐτό ἐπιβεβαιώνει τήν ἱστορική ἀλήθεια : λαοί πολιτισμένοι, πού κατακτήθηκαν μέ τά ὅπλα, ἀργότερα κατέκτησαν τούς κατακτητές τους πνευματικῶς.2
1 Α. Μ. Mansel σελ. 284.
2 Π.Π.Χ. σελ. 114.